Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

εἰπεῖν τὰ δίκαια

См. также в других словарях:

  • παρακινδυνεύω — ΝΜΑ 1. επιχειρώ, αποτολμώ κάτι το επικίνδυνο, κάνω ενέργειες που μπορεί να αποβούν εις βάρος μου, διακινδυνεύω, ριψοκινδυνεύω, εκτίθεμαι σε κίνδυνο 2. (η μτχ. παρακμ.) παρακινδυνευμένος, η, ο αυτός που εγκυμονεί κινδύνους, παράτολμος, επικίνδυνος …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»